«Εθνικό Πάρκο Λιμνοθαλασσών Μεσολογγίου-Αιτωλικού, κάτω ρου και εκβολών ποταμών Αχελώου και Εύηνου και νήσων Εχινάδων» (ΦΕΚ 477/31 Μαΐου 2006)

Το πάρκο βρίσκεται στο νομό Αιτωλοακαρνανίας, στο νοτιοδυτικό άκρο της Στερεάς Ελλάδας, εκεί όπου ο Πατραϊκός Κόλπος συναντά το Ιόνιο Πέλαγος και εκβάλλουν οι ποταμοί Εύηνος και Αχελώος.
Σε αυτή την περιοχή εντάσσονται λιμνοθαλάσσιες, χερσαίες και ποτάμιες περιοχές του νότιου τμήματος του Νομού Αιτωλοακαρνανίας και το νησιώτικο σύμπλεγμα των Εχινάδων του Νομού Κεφαλληνίας που διακρίνονται για τη μεγάλη βιολογική, οικολογική, αισθητική, επιστημονική, γεωμορφολογική και περιβαλλοντική τους αξία.
Συγκεκριμένα, το πάρκο περιλαμβάνει:
Το εκτεταμένο σύμπλεγμα υγροτόπων λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου – Αιτωλικού και των εκβολικών συστημάτων των ποταμών Εύηνου και Αχελώου. Στο σύμπλεγμα αυτό διακρίνονται ποτάμιες και παραποτάμιες περιοχές, λιμνοθάλασσες, γλυκόβαλτοι, αλμυρόβαλτοι, λασποτόπια, υδροχαρή δάση. Η συνολική έκταση της κύριας προστατευόμενης περιοχής, ανέρχεται σε περίπου 250.000 στρέμματα. Τα 2/3 της έκτασης (περίπου 150.000 στρέμματα) καταλαμβάνουν η Κεντρική Λ/Θ, με τη Λ/Θ του Αιτωλικού και με τη Λ/Θ της Κλείσοβας.
Το χερσαίο τμήμα του πάρκου περιλαμβάνει:
-           λόφους που διακρίνονται διάσπαρτοι στον υγρότοπο. Οι  περισσότεροι στο παρελθόν αποτελούσαν τμήμα των Εχινάδων νήσων, που η προσχωματική δράση του Αχελώου τους ενσωμάτωσε στην ξηρά.
-           το όρος Βαράσοβα (καταφύγιο θηραμάτων) και τμήμα του όρους Αράκυνθος.
-          αμμοθίνες που δημιουργήθηκαν από τα φερτά υλικά των ποταμών και οριοθετούν τις λιμνοθάλασσες από την ανοιχτή θάλασσα.
-           το φαράγγι της Κλεισούρας που έχει ενταχθεί στις περιοχές «ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους».
-          το Δάσος του Φράξου, χαρακτηρισμένο ως «Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης».
-          καλλιεργούμενες εκτάσεις.
-          το νησιωτικό σύμπλεγμα των Εχινάδων, που είναι άρρηκτα δεμένο με το εκβολικό σύστημα του Αχελώου.
Πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση της υγροτοπικής περιοχής έχουν παίξει οι ποταμοί Εύηνος και Αχελώος που αποτελούν και τα φυσικά όριά της στα ανατολικά και δυτικά αντίστοιχα.

ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ-ΑΙΤΩΛΙΚΟΥ
Η λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου – Αιτωλικού είναι η μεγαλύτερη της χώρας μας και από τις μεγαλύτερες της Μεσογείου. Σήμερα με βάση τη γεωμορφολογία της περιοχής, όπως προέκυψε από τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις στο διάστημα 1960-1995, αποτελείται από ένα σύστημα 6 λιμνοθαλασσών που είναι σχετικά απομονωμένες μεταξύ τους και παρουσιάζουν διαφορετικά φυσικοχημικά χαρακτηριστικά. Η έκτασή τους φτάνει τα 150.000 στρέμ., ενώ η ευρύτερη περιοχή του υδροβιότοπου περιλαμβάνει παράκτια οικοσυστήματα, βάλτους, αλυκοποιημένες εκτάσεις και αποστραγγισμένες εκτάσεις που αποδόθηκαν στη γεωργία.
Έτσι, έχει διαμορφωθεί ένα σύμπλεγμα λιμνοθαλασσών στο οποίο διακρίνονται έξι ενότητες:
1) Λιμνοθάλασσα Βορείου Διαύλου Κλείσοβας
2) Λιμνοθάλασσα Κλείσοβας
3) Κεντρική λιμνοθάλασσα Στο μέτωπο της κεντρικής λιμνοθάλασσας υπάρχουν τα ιχθυοτροφεία (αλιευτικές θέσεις): Τουρλίδα, Βασιλάδι, Σχοινιάς και Προκοπάνιστος.
4) Λιμνοθάλασσα Θολής
5) Λιμνοθάλασσα Παλαιοποτάμου
6) Λιμνοθάλασσα Αιτωλικού (Κανάλι Αιτωλικού).
Η λιμνοθάλασσα, σε ό, τι αφορά την παραγωγή της, δεν διακρίνεται για τη μεγάλη ποικιλία των ψαριών εμπορικού ενδιαφέροντος, αλλά για τους μεγάλους πληθυσμούς που μπορεί να δεχθεί. Έτσι, η παραγωγή της λιμνοθάλασσας, περιορίζεται σε μερικά μόνο είδη και κυρίως: τσιπούρες (Sparus aurata), λαβράκια (Dicentrarchus labrax), χέλια (Anguilla), γοβιοί και διάφορα είδη κεφάλου (Mugilidae). Από τον θηλυκό κέφαλο (Mugil cefalus), τη μπάφα, παράγεται το περίφημο αυγοτάραχο Μεσολογγίου το μόνο μέχρι σήμερα ελληνικό αλιευτικό Προϊόν Ονομασίας Προελεύσεως (ΠΟΠ).  

ΧΛΩΡΙΔΑ
Οι λιμνοθάλασσες της περιοχής περιβάλλονται από εκτενείς αλμυρόβαλτους (περί τα 35.000 στρέμματα). Στη συνέχεια και προς τη χέρσο, συναντάται η γεωργική περιοχή που καλλιεργείται εντατικά από τη δεκαετία του ’70. Από νότια και δυτικά γειτνιάζει με τον Πατραϊκό κόλπο – Ιόνιο, όπου υπάρχουν σχετικά ρηχές ακτές πλούσιες σε λιβάδια Ποσειδώνιας.
Η παρουσία γλυκόβαλτων – καλαμώνων είναι περιορισμένη και εντοπίζεται κυρίως στις θέσεις απορροής των αντλιοστασίων και κάποιων χειμάρρων.
Οι λιμνοθάλασσες διαχωρίζονται από τον Πατραϊκό κόλπο με αμμώδεις λουρονησίδες (αμμολουρίδες) με πιο χαρακτηριστική εκείνη της περιοχής «Λούρος», σε τμήμα της οποίας («Γουρουνοπούλες – Παλιοπόταμος») υπάρχει αξιόλογη έκταση αμμοθινών.
Επίσης, ένας άλλος βασικός τύπος οικότοπου που περιλαμβάνεται είναι τα ποτάμια καθαυτά (Αχελώος – Έυηνος) στα οποία διατηρούνται παρόχθιες συστάδες υδρόφιλων δένδρων, κυρίως Ιτιάς, Φτελιάς και Φράξου.
Τμήμα του υγρότοπου έχει μετατραπεί σε αλυκές (13.000 στρέμματα) όπου παράγεται περίπου το 80-85 % του ελληνικού αλατιού.
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί και η διατήρηση, εντός της καλλιεργούμενης περιοχής, ενός συμπαγούς υδρόφιλου δάσους έκτασης 500 περίπου στρεμμάτων, γνωστού ως «Δάσος Φράξου Λεσινίου». Ένα ακόμα χαρακτηριστικό της εν λόγω περιοχής είναι η ύπαρξη  διάσπαρτων λόφων και νησίδων μέσα σε αυτή ή στα όρια της, γεγονός που αυξάνει γενικότερα την ποικιλότητα του όλου οικοσυστήματος.
Στην προστατευόμενη περιοχή περιλαμβάνονται και ορισμένα τμήματα του ορεινού τόξου του Αράκυνθου που την περιβάλλει από Β και ΒΑ (φαράγγι Κλεισούρας, φαράγγι Κρεμαστής ή Παλιορόλακκα, Βαράσοβα) καθώς επίσης και το συγκρότημα των νησίδων «Εχινάδες» δυτικά των εκβολών του Αχελώου.
Στη χλωρίδα της περιοχής, περιλαμβάνονται αρκετά ενδημικά ελληνικά και σπάνια είδη.
Μεταξύ αυτών και τα :
- Centaurea alba ssp. heldreichii ( υτ. Ελλάδα). Βρίσκεται επίσης σε ασβεστολιθικούς βράχους της Βαράσοβας κοντά στη θάλασσα (Κρυονέρι)
- Centaurea niederii ( υτ. Ελλάδα). Βρίσκεται κυρίως στην άμεση και γειτονική περιοχή του Φαραγγιού.
- Petrorhagia fasciculata ( υτ. Ελλάδα). Σπάνιο σε πετρώδη μέρη.
- Reseda tymphaea. (Ελλάδα, κυρίως υτ.). Επίσης και σε χαλικώδη και βραχώδη μέρη της Βαράσοβας.
- Stachys parolinii ( υτ. Ελλάδα). Επίσης στα ανατολικά τμήματα της Βαράσοβας
- Teucrium halacsyanum ( υτ. Ελλάδα) Επίσης και σε Βράχια της Βαράσοβας
- Centaurea aetolica, ενδημικό της περιοχής

Βίδρα μαρκάρει το ζωτικό χώρο της
ΠΑΝΙΔΑ
Θηλαστικά:  Έχουν παρατηρηθεί τουλάχιστον 21 είδη μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η βίδρα.
Πουλιά : Έχουν παρατηρηθεί περί τα 290 διαφορετικά είδη πουλιών, από τα οποία τουλάχιστον 70 είδη είναι απειλούμενα και περιλαμβάνονται στο Προσάρτημα (ANNEX I) της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ. Έχουν παρατηρηθεί 32 από τα 36 ευρωπαϊκά είδη ημερόβιων αρπακτικών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ο Βασιλαετός, ο Στικταετός, ο Κραυγαετός, το Χρυσαγέρακο και ο Ψαραετός. Οι πληθυσμοί αγριόπαπιας κυμαίνονται συνήθως από 20.000 έως 30.000 άτομα. Οι φαλαρίδες από 30.000 έως 40.000 άτομα. Τα παρυδάτια -χαρδριόμορφα κυμαίνονται κατά το χειμώνα γύρω στις 15.000 άτομα. Τα βροχοπούλια ξεπερνούν τα 1.000 άτομα. Ο Λεπτόραμφος Γλάρος διαχειμάζει σε πολλές εκατοντάδες. Επίσης, διαχειμάζουν πλέον περί τις 3.000 φοινικόπετρα και περί τους 200 αργυροπελεκάνους. Στα μεταναστεύοντα είδη περιλαμβάνονται και ο Πορφυροτσικνιάς και η Χαλκόκοτα (εκατοντάδες). Κατά τις μεταναστεύσεις οι τσικνιάδες ξεπερνούν τα 2.000 άτομα. Στα φωλιάζοντα είδη περιλαμβάνονται ο Καλαμοκανάς, το Νανογλάρονο (εκατοντάδες ζευγάρια), το Ποταμογλάρονο, το Γελογλάρονο, η Αβοκέτα, το Νεροχελίδονο και η Πετροτριλίδα.
http://www.herpetofauna.gr/gallery/image/E.quatuorlineata/quatIMG_3843_JerSpeyb.jpgΕρπετά : Έχουν καταγραφεί 28 είδη (6 χελώνες, 12 σαύρες και 10 φίδια). Σ’ αυτά περιλαμβάνεται και η Elaphe quatuorlineata.

Αμφίβια : Έχουν καταγραφεί 5 είδη αμφιβίων (3 βάτραχοι και 2 φρύνοι)  

Ψάρια : Έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 40 διαφορετικά είδη μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και ορισμένα ενδημικά όπως το Γλανίδι (Silurus aristotelis), η Τριχωνοβελονίτσα (Gobitis trichonica) και ο Νανογοβιός (Economidichthys trichonis).

ΘΕΣΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
Η περιοχή, λόγω της μεγάλης οικολογικής της αξίας, πληροί όλα τα κριτήρια ένταξής της στο καθεστώς προστασίας διεθνών συμβάσεων (Βόννης, Βέρνης, Ραμσάρ). Ειδικότερα έχει περιληφθεί στον κατάλογο των «περιοχών Ραμσάρ» και στο δίκτυο NATURA 2000 με κωδικούς GR 2310001 και GR 2310002.
Λόγω της ιδιαίτερης ορνιθολογικής της σημασίας έχει καταχωρηθεί και ως ΖΕΠ (Ζώνη Ειδικής Προστασίας για τα Πουλιά). Με την ΚΥΑ 1319/ΦΕΚ 755/20-07-1993 ορίστηκαν για πρώτη φορά ειδικές ζώνες προστασίας, χρήσεις, μέτρα και περιορισμοί (εντός της προστατευόμενης περιοχής). Τον Μάιο του 2006, η περιοχή ανακηρύχτηκε σε Εθνικό Πάρκο με την ΚΥΑ 22306 /ΦΕΚ477Δ/31-05-2006.
Με έδρα στο Αιτωλικό, ιδρύθηκε και ενεργοποιείται ειδικός Φορέας Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου (τηλ. 26320-22110, 55094, e-mail : fdlmes@otenet.gr).

[ΠΗΓΗ: Φ. Περγαντής (Βιολόγος, Οικολόγος M.Sc.) και www.visitgreece.gr]